ὁππότερος

ὁππότερος
ὁππότερος: whichever (of two).

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • οππότερος — ὁππότερος, έρα, ον (Α) (επικ. τ.) (αντων.) βλ. οπότερος …   Dictionary of Greek

  • ὁππότερος — ὁπότερος which of two masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οπότερος — ὁπότερος, επικ. τ. ὁππότερος, ιων. τ. ὁκότερος, έρα, ον (Α) (αντων.) 1. (ως αναφ.) ποιος από τους δύο 2. (με το ἂν ή το κεν και με υποτ. σχετικά με αόρ. γενικότητα) όποιος από τους δύο και αν, οποιοσδήποτε 3. (ως αόρ.) ο ένας από τους δύο, όποιος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”